Παρασκευή 8 Μαρτίου 2013

Το αποτύπωμα του Πουλαντζά


 
 
Η καπιταλιστική κρίση, με την οξύτατη μορφή που εκδηλώθηκε κυρίως στην Ελλάδα αλλά και σε άλλες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, επανέφερε το ενδιαφέρον για τη μελέτη και την πολιτική αξιοποίηση του έργου κλασσικών και σύγχρονων θεωρητικών της αριστεράς
 
Του Χάρη Γολέμη

Ευτυχώς, δεδομένου ότι τα αριστερά πολιτικά σχέδια δεν μπορεί να στηρίζονται σε εμπειρικές προσεγγίσεις ή να εξαρτώνται από τα αποτελέσματα δημοσκοπήσεων-πρέπει να εντάσσονται σε μια συγκεκριμένη στρατηγική προοπτική η οποία, με τη σειρά της, οφείλει να αναφέρεται στο γενικότερο στόχο της υπέρβασης του υπαρκτού καπιταλισμού της εποχής μας και στον κοινωνικό μετασχηματισμό.

Ένας από τους θεωρητικούς, το έργο του οποίου έχει επανέλθει στο προσκήνιο προκαλώντας έντονες ιδεολογικές και πολιτικές αντιπαραθέσεις στο εσωτερικό της αριστεράς, είναι ο Νίκος Πουλαντζάς. Δικαίως, αφού τα μεγάλα θέματα με τα οποία ασχολήθηκε στην εποχή του (η φύση του καπιταλιστικού κράτους, ο αυταρχικός κρατισμός, το φασιστικό φαινόμενο, ο συνασπισμός εξουσίας, ο ιμπεριαλισμός κλπ) έχουν επανέλθει σήμερα στην επικαιρότητα με έναν δραματικό τρόπο [1].

Ο στρατηγικός χαρακτήρας των εννοιών που υπάρχουν στα γραπτά του Πουλαντζά δεν αμφισβητείται από οποιονδήποτε έχει έρθει σε επαφή με το έργο του. Κατά πόσο, όμως, αυτό επηρέασε πράγματι την αριστερή στρατηγική τόσο όταν γραφόταν όσο και αργότερα; Η απάντηση στο ερώτημα είναι μάλλον απαισιόδοξη. Όπως γράφει ο Μπομπ Τζέσοπ, ένας από τους εγκυρότερους μελετητές του Πουλαντζά, «..δεν έγιναν αποδεκτές οι δικές του λύσεις ως κοινή λογική στη θεωρία του κράτους ή την ταξική ανάλυση, ούτε και έθεσαν τους όρους της διαμάχης για την πολιτική στρατηγική» [2]. Αυτό είναι εμφανές ειδικά σε σχέση με κρίσιμες πλευρές της πολιτικής που άσκησε η κομμουνιστική αριστερά στις δύο πατρίδες του Πουλαντζά-τη Γαλλία και την Ελλάδα-κατά τις δεκαετίες 1960-1970 και ειδικότερα το ΚΚΕ εσωτερικού, του οποίου ήταν οργανωμένο μέλος από την διάσπασή του 1968 μέχρι το τέλος της σύντομης ζωής του. Η σαρκαστική πικρία του παρακάτω αποσπάσματος από ένα μικρό κείμενο που έγραψε ο Άγγελος Ελεφάντης στο περιοδικό Ο Πολίτης, τον Οκτώβριο του 1979, για τον φίλο και σύντροφό του που είχε αυτοκτονήσει στις αρχές εκείνου του μήνα, είναι ενδεικτική: «[Ξ]εφύτρωσαν πολλοί αυτές τις μέρες, [που] ανέλαβαν το ρόλο της. μοιρολογίστρας. Θρήνος και κοπετός για το θάνατο του μεγάλου στοχαστή Πουλαντζά, που όσο ζούσε μόνο την περιφρόνησή τους του χάριζαν…».

Στις «πέτρινες» δεκαετίες 1980-1990 τα κείμενα του Πουλαντζά περιέπεσαν σχεδόν σε αφάνεια στη χώρα μας και διεθνώς, αφού η θεματολογία τους ήταν εκτός της πολιτικής ατζέντας εκείνης της εποχής στην οποία θριάμβευε ο νεοφιλελευθερισμός. Το θεωρητικό ενδιαφέρον για το έργο του άρχισε να επανέρχεται κατά δεκαετία του 2000, δειλά στην αρχή και κυρίως στην πανεπιστημιακή κοινότητα και πιο αποφασιστικά στη συνέχεια μετά το ξέσπασμα της κρίσης το 2007-2008. Από τότε, και ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, οι πουλαντζιανές θέσεις αρχίζουν πάλι να αποτελούν αντικείμενο προβληματισμού, όχι μόνο ακαδημαϊκού αλλά και πολιτικού.

Τούτων λεχθέντων, ας μου επιτραπεί να διατυπώσω μια πιο αισιόδοξη άποψη σε σχέση με την ελληνική πραγματικότητα. Υποστηρίζω ότι ορισμένες έννοιες και θεωρητικές επεξεργασίες του πουλαντζιανού έργου έχουν αφήσει ένα ανεξίτηλο ιδεολογικό αποτύπωμα στην ελληνική αριστερά, εξαιρετικά χρήσιμο για την χάραξη της σημερινής στρατηγικής της. Αναφέρω τις κατά τη γνώμη μου σημαντικότερες εξ αυτών, που βρίσκονται διάσπαρτες στα περισσότερα γραπτά του ύστερου Πουλαντζά και ειδικότερα στο τελευταίο βιβλίο του Το κράτος, η εξουσία, ο σοσιαλισμός (Θεμέλιο, Αθήνα 1991), από το οποίο προέρχονται και τα λίγα εντός εισαγωγικών παραθέματα:

α) η πρόσληψη του κράτους ως υλική συμπύκνωση των αντιθέσεων μεταξύ τάξεων και μερίδων τάξεων ενός κοινωνικού σχηματισμού, δηλαδή ως σχέση και όχι ως υποκείμενο με δική του βούληση και λογική ή ως αντικείμενο-εργαλείο στα χέρια του κυρίαρχου συνασπισμού εξουσίας,

β) η διευρυμένη έννοια του συλλογικού επαναστατικού υποκειμένου, το οποίο πλην της πολιτικής αριστεράς περιλαμβάνει και τα αυτόνομα κοινωνικά κινήματα,

γ) ο δημοκρατικός δρόμος προς τον σοσιαλισμό που, ενώ δεν επιθυμεί τον αφανισμό του κράτους «σύρριζα μ’ έναν μετωπικό αγώνα σε μια κατάσταση διπλής εξουσίας» (σ. 359), «δεν είναι ένας απλός κοινοβουλευτικός ή εκλογικός δρόμος» (σ. 369) ούτε «ασφαλώς ένα απλό ειρηνικό πέρασμα» (σ. 375), αλλά μια άγνωστης διάρκειας διαδικασία διαρθρωτικών αλλαγών και ρήξεων μέσα και έξω από το κράτος,

δ) η άρρηκτη σύνδεση σοσιαλισμού και δημοκρατίας (τόσο της αντιπροσωπευτικής όσο και της άμεσης), σύμφωνα με την πασίγνωστη φράση «ο σοσιαλισμός ή θα είναι δημοκρατικός ή δεν θα είναι σοσιαλισμός».

Όσοι, σε διάφορες χρονικές περιόδους, υιοθέτησαν τις τέσσερις αυτές θέσεις διαμόρφωσαν μια συγκεκριμένη ιδεολογική και πολιτική ταυτότητα, έστω και αν ορισμένοι εξ αυτών είτε δεν διάβασαν καν το έργο του είτε το προσέλαβαν διαφορετικά από την πρόθεση του συγγραφέα. Ο πυρήνας αυτών που φέρουν τη συγκεκριμένη ταυτότητα έλκει την καταγωγή του από τον ιστορικό αριστερό ευρωκομμουνισμό-στον οποίο τοποθετούσε τον εαυτό του και ο ίδιος ο Πουλαντζάς-που στη χώρα μας εκφράστηκε αρχικά ως ένα ιδεολογικό ρεύμα στο πλαίσιο της ανανεωτικής κομμουνιστικής και ευρύτερης αριστεράς. Με την πάροδο των ετών, όμως, ο πολιτικός χώρος που φέρει το πουλαντζιανό αποτύπωμα διευρύνθηκε μέσα από μετεξελίξεις και α/συνέχειες, στις οποίες καθοριστικό ρόλο έπαιξε η συμμετοχή στα κοινωνικά κινήματα, ιδιαίτερα από το 2000 και μετά. Παρά τις αλλαγές αυτές, ο εν λόγω χώρος είναι απολύτως διακριτός και σε διαχρονική ιδεολογική αντιπαράθεση με τη σοσιαλδημοκρατία, τον σταλινισμό, την επαναστατική ή άκρα αριστερά στις διάφορες εκδοχές της και την αναρχία.

Από τις προαναφερθείσες τέσσερις θέσεις του Πουλαντζά, αυτή που αναφέρεται στον δημοκρατικό δρόμο προς ένα σοσιαλισμό με δημοκρατία και ελευθερία είναι ηγεμονική, έστω και ως εκφώνηση, στην ελληνική ριζοσπαστική αριστερά και ιδιαίτερα στον ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, ότι δεν υπάρχουν αντιρρήσεις, και μάλιστα έντονες [3], ούτε υποβαθμίζει την ανάγκη αποσαφήνισης και εξειδίκευσης του περιεχομένου της στην τρέχουσα συγκυρία, προκειμένου να αποτελέσει έναν από τους βασικούς πυλώνες μιας αποτελεσματικής αριστερής στρατηγικής.

Ο Χάρης Γολέμης είναι οικονομολόγος και διευθυντής του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς
_________________

1. Βλ. και Χάρης Γολέμης – Ηρακλής Οικονόμου (επιμ.), «Ο Πουλαντζάς σήμερα», Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς/νήσος, Αθήνα 2012, σ. 12.

2. Bob Jessop, «Κρατική εξουσία: μια στρατηγική-σχεσιακή προσέγγιση», μετάφραση: Χρήστος Μπουκάλας, Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, Αθήνα 2011, σ. 182.

3. Αντώνης Νταβανέλος, «Σχετικά με την πρόσφατη “ανανεωτική” επιθετικότητα μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ: Εγινε ο Πουλαντζάς υποχρεωτικός;», ιστοσελίδα Rproject, 20.12.2012.

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών

http://www.rednotebook.gr/details.php?id=8935